Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Η κρίση, το Κυπριακό και η κυπριακή Αριστερά







Είναι μια από τις ελάχιστες φορές που η Κύπρος απασχολεί, σχεδόν καθημερινά, τους αναλυτές, αλλά όχι για ζητήματα που σχετίζονται με το Κυπριακό: η κυπριακή κρίση, η διαχείρισή της και οι πιθανές επιπτώσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη κυριαρχούν στον δημόσιο διάλογο. Αντίθετα, το Κυπριακό δείχνει να έχει υποβαθμιστεί τόσο, που κινδυνεύει να παγιωθεί η αντίληψη ότι η λύση του αποτελεί πλέον δευτερεύον ζήτημα. Εκτός αυτού, πολλές αναλύσεις αναφέρονται στους κινδύνους που αντιμετωπίζει η Κυπριακή Δημοκρατία, καθώς η οικονομική της κατάσταση την καθιστά ευάλωτη σε πιθανά σχέδια επίλυσης που να μην εξυπηρετούν τα συμφέροντά της.
Πιστεύω, ωστόσο, ότι αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή να γίνουν γενναία βήματα προς την επίλυση του Κυπριακού. Η οικονομική κρίση δίνει τη δυνατότητα ανάλυσης ορισμένων ζητημάτων από διαφορετικό πρίσμα. Στην ελληνοκυπριακή κοινότητα, λ.χ., κυριαρχούσε ανέκαθεν η άποψη ότι πιθανή επίλυση του Κυπριακού θα έριχνε το οικονομικό βάρος στις δικές της πλάτες, καθώς θα έπρεπε να δαπανηθούν σημαντικά ποσά για να συρρικνωθεί το οικονομικό χάσμα των δύο κοινοτήτων. Αυτό, μάλιστα, αποτέλεσε ένα από τα βασικά επιχειρήματα όσων υποστήριξαν το «Όχι» στο Σχέδιο Ανάν, το 2004. Τα νέα δεδομένα, όπως διαμορφώνονται, είναι πιθανό να αλλάξουν αυτή την πεποίθηση.
Μια πιθανή επίλυση του Κυπριακού ανοίγει  νέες, αποκλεισμένες μέχρι σήμερα δυνατότητες, οι οποίες πιθανόν να δώσουν λύσεις στην οικονομική δυσπραγία που παρουσιάζεται. Πρώτον, σε περίπτωση επίλυσης δεν θα υπήρχε καμία ανάγκη διατήρησης της Εθνικής Φρουράς· πρόκειται για έναν θεσμό που κανείς δεν πιστεύει ότι προσφέρει οποιαδήποτε αμυντική θωράκιση. Επιπλέον, δεν θα υπήρχε ανάγκη να συνεχιστούν οι υπέρογκοι στρατιωτικοί εξοπλισμοί. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο μέσος όρος των στρατιωτικών δαπανών της Κύπρου,  την τετραετία 2008-2012,  αντιστοιχούσε στο 2,2%  του  συνολικού της ΑΕΠ.
Επιπλέον, μια διευθέτηση του Κυπριακού θα μείωνε αισθητά τον πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό ρόλο της Εκκλησίας της Κύπρου. Όσοι παρακολουθούν τις εξελίξεις, αντιλαμβάνονται τη σημασία που θα είχε σε πολλά επίπεδα μια τέτοια εξέλιξη. Από οικονομικής άποψης, θα είναι πιο εύκολο να φορολογηθεί η εκκλησιαστική περιουσία. Στο πολιτικοκοινωνικό επίπεδο, ο περιορισμός ενός ακραίου συντηρητικού και εθνικιστικού λόγου, όπως αυτός εκφράζεται από την Εκκλησία της Κύπρου, μόνο θετική επίδραση μπορεί να έχει στην κυπριακή κοινωνία.
Τέλος, οι πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις ενισχύουν την ανάγκη άμεσης επίλυσης του Κυπριακού. Η συνεννόηση Τουρκίας-Ισραήλ, η διαφαινόμενη επίλυση του Κουρδικού και οι εξελίξεις στον αραβικό κόσμο δείχνουν ότι επικρατεί κινητικότητα στην περιοχή,  φανερώνοντας ότι η πολιτική συνεργασίας της χώρας με το Ισραήλ ήταν τουλάχιστον κοντόφθαλμη. Επιπλέον, η στάση της Ρωσίας, κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, δείχνει ότι η Μόσχα αξιολογεί ως σημαντικότερες τις σχέσεις της με την ΕΕ από ό,τι με την Κύπρο. Ως εκ τούτου, η ανάγκη συνεννόησης, εξομάλυνσης των σχέσεων και επίλυσης των προβλημάτων στο τρίγωνο Λευκωσία-Άγκυρα-Αθήνα αποκτά κεντρική σημασία, καθώς Ελλάδα και Κύπρος κινδυνεύουν να μείνουν εντελώς απομονωμένες στην περιοχή. Άλλωστε, η προοπτική της εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου καθιστά μια τέτοια συνεννόηση απαραίτητη. Ο φυσικός πλούτος της Κύπρου ανήκει σε ολόκληρο τον κυπριακό λαό και η εκμετάλλευσή του –προς όφελος του λαού του νησιού– μπορεί να γίνει μόνο με λυμένο το Κυπριακό πρόβλημα.
Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί να συνειδητοποιήσουν οι Ελληνοκύπριοι ότι η τουρκοκυπριακή κοινότητα αποτελεί εν δυνάμει σύμμαχο, και όχι εχθρό. Σε αντίθεση με όσα πιστεύουν οι περισσότεροι, μια τέτοια εξέλιξη θα αποδυνάμωνε τον ρόλο της Τουρκίας στην Κύπρο.[1] Προκειμένου να γίνει αυτό, η Αριστερά πρέπει να εντάξει στον πολιτικό της λόγο, και κυρίως στην πολιτική της πρακτική, την αναγκαιότητα ισότιμης συμβίωσης των δύο κοινοτήτων στο νησί – όχι μόνο ως αξιακά σωστή, αλλά και επειδή αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση εξόδου από την οικονομική κρίση, προς όφελος όλου του κυπριακού λαού.
Σήμερα υπάρχει σοβαρός κίνδυνος το Κυπριακό να θεωρηθεί ως επιπλέον εμπόδιο μέσα στην οικονομική κρίση, και να γίνει η απόπειρα να περιθωριοποιηθεί η σημασία της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Ήδη, η κυπριακή κυβέρνηση προανήγγειλε την κατάργηση της ελεύθερης πρόσβασης των Τουρκοκυπρίων στα δημόσια νοσοκομεία, ως μέτρο εξοικονόμησης χρημάτων. Σε τέτοιου είδους πολιτικές, η Αριστερά οφείλει να αντιπαρατίθεται. Ο μέχρι τώρα εκφραζόμενος αντιμνημονιακός λόγος στην Κύπρο δεν έχει αυτά τα αναγκαία χαρακτηριστικά. Αντίθετα, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση σε μια «κυπροκεντρική» ανάλυση της οικονομικής κρίσης και στην προσπάθεια των ξένων, και ειδικά της Τουρκίας, να αποκομίσουν οφέλη από τον φυσικό πλούτο του νησιού. Το γεγονός αυτό οξύνει το ήδη υπάρχον «πατριωτικό» αίσθημα στην ελληνοκυπριακή κοινότητα και καθιστά τη δικοινοτική συνεννόηση ακόμα δυσχερέστερη. Μπορεί να αποδειχθεί καταστροφικό για το μέλλον του τόπου, εάν η Αριστερά, στην προσπάθεια συγκρότησης ενός αντιμνημονιακού μετώπου, συνεργαστεί και ενισχύσει δυνάμεις και αντιλήψεις που αντιτίθενται στην προοπτική πραγματικής συνεννόησης με την τουρκοκυπριακή κοινότητα.

 Αδάμος Ζαχαριάδης 

Ενθέματα 14/4/13


[1] Βλ. τις συνεντεύξεις του Νιαζί Κιζίλγιουρεκ στα «Ενθέματα», Αυγή, 31.3.2013 και στο ηλεκτρονικό περιοδικό Χρόνος (www.chronosmag.eu).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου