Παρασκευή 13 Μαΐου 2011

Στο γήπεδο με τις ακακίες... να μην πάει κανείς

Πολύ θα ήθελα να γράψω για το αγωνιστικό μέρος του τελικού, που θα γίνει την Τετάρτη. Πιστεύω, άλλωστε, ότι οι συγκεκριμένες ομάδες συνθέτουν ένα εξαιρετικό ζευγάρι για τελικό Κυπέλλου και το παιχνίδι της 18ης Μαΐου θα είναι εξαιρετικό, από αγωνιστικής άποψης.


Οι αποφάσεις, όμως, των υπευθύνων για την τιμή του εισιτηρίου δε μού επιτρέπουν να ασχοληθώ με όσα περιμένω να δούμε στον αγωνιστικό χώρο. Τα γεγονότα, λίγο εώς πολύ, τα γνωρίζετε όλοι. Η Κ.Ο.Π., αφού πρώτα διαβουλεύτηκε με τους δύο φιναλίστ, αποφάσισε να γίνει ο τελικός στο «Γ.Σ.Ζ.» και η τιμή να είναι 40 ευρώ. Επιπλέον, ο Απόλλων αποφάσισε να επιβάλει καπέλο 20 ευρώ σε κάθε εισητήριο. Έτσι, η τιμή εκτοξεύθηκε στα 60 ευρώ. Παρόμοια πρόθεση είχε και η Ομόνοια, η οποία όμως, τελικά, κατέληξε στο καπέλο των 10 ευρώ. Υπήρξε άμεση κινητοποίηση του ΚΟΑ, ο οποίος, ορθώς, ανάγκασε την Κ.Ο.Π. να μειώσει την τιμή στα 30 ευρώ, κάτι μάλιστα που εξόργισε τους υπευθύνους της Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου.

Τελικά, οι τιμές των εισητηρίων καθορίστικαν ως εξής: 60 ευρώ για τους φίλους του Απόλλωνα και 40 για αυτούς της Ομόνοιας. Δε χρειάζεται να κάνουμε εδώ τους υπολογισμούς για το πόσο θα στοιχίσει σε μια οικογένεια, που θέλει να πάει στον τελικό, η ποδοσφαιρική διασκέδαση. Είμαι σίγουρος, εξάλλου, ότι όλοι έχετε κάνει τους υπολογισμούς σας και έχετε «βγάλει» το θεόρατο τριψήφιο νούμερο που χρειάζεστε.

Πραγματικά, είναι να απορεί κανείς για το πώς σκέφτονται οι παράγοντες του κυπριακού ποδοσφαίρου. Σε μια εποχή που ο κόσμος ζορίζεται, αυτοί πιστεύουν ότι μπορούν να βάζουν την τιμή στα όσα θέλουν και τα κορόιδα να πληρώνουν. Και, αλήθεια, πιστεύουν ότι αυτά που προσφέρουν αξίζουν τα λεφτά τους; Τελικός σε ένα γήπεδο, που δεν πληροί τα κριτήρια της UEFA, πίσω από τα τέρματα του οποίου, αντί να χτιστούν κερκίδες, ευδοκιμεί το συμπαθές δέντρο της ακακίας, όπου, για να φτάσεις, θα ταλαιπωρηθείς από την κίνηση και το παρκάρισμα, για να δεις, σε τελική ανάλυση, δυο κυπριακές ομάδες. Δηλαδή, ο τελικός Μπαρτσελόνα -Ρεάλ στο «Μεστάγια» πόσο έπρεπε να κοστολογείται; Αυτά γίνονται, όμως, όταν υπερισχύει η αντίληψη ότι το κέρδος u949 είναι πάνω από όλα.

Θα σας πω μόνο ότι, πριν από λίγους μήνες, είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω εντός έδρας παιχνίδι της Ρεάλ για το Champions League. Πλήρωσα, λοιπόν, 80 ευρώ και πήγα σε έναν από τους ναούς του ποδοσφαίρου, για να απολαύσω, από καλή θέση, τον Κριστιάνο Ρονάλντο και την παρέα του. Μάλιστα, σε ένα γήπεδο, που σχεδόν γέμισε με περίπου 70 χιλιάδες φιλάθλους, πήγα μόλις μισή ώρα πριν την έναρξη του αγώνα και ήμουν στο ξενοδοχείο μου μόλις σαράντα λεπτά μετά το σφύριγμα της λήξης. Η εμπειρία ήταν πρωτόγνωρη. Όποιος έχει πάει σε τέτοιου είδους παιχνίδια, και σε αυτά τα γήπεδα, καταλαβαίνει απόλυτα.

Προσωπικά, με βρίσκει απολύτως σύμφωνο η στάση για αποχή, που τηρούν οι οργανωμένοι της Ομόνοιας. Ήρθε ο καιρός να πάρουν οι φίλαθλοι την κατάσταση στα χέρια τους και να μην επιτρέψουν την εκμετάλλευση του πάθους τους για το ποδόσφαιρο και της αγάπης τους για την ομάδα. Αν ακολουθήσουν όλοι το παράδειγμά τους, ο τελικός θα γίνει μπροστά σε άδειες κερκίδες και οι ιθύνοντες θα γίνουν ρεζίλι. Μόνο έτσι υπάρχει πιθανότητα να αναθεωρήσουν τις αντιλήψεις τους στο μέλλον.

OleSports 13/5/11
olesports.com.cy

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011

Η διεκδίκηση του αυτονόητου

Η σύγκρουση Τουρκοκυπρίων και Τουρκίας

Έχουν περάσει εννέα χρόνια από το 2002, όταν οι Τουρκοκύπριοι βγήκαν στους δρόμους για να εκφράσουν την αντίδραση τους στην πολιτική του τότε ηγέτη της κοινότητας Ραούφ Ντεκντάς. Από τότε έχει «κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι»: άνοδος Ταλάτ, Σχέδιο Ανάν, Χριστόφιας στην Προεδρεία, συνέχιση συνομιλιών, άνοδος Έρογλου. Σχεδόν μία δεκαετία στην οποία τα γεγονότα, που αφορούν το Κυπριακό, εξελίσσονται τόσο ραγδαία που φαντάζει δύσκολο να τα παρακολουθήσει κανείς.


Παρόλα αυτά, φαίνεται ότι η αντίληψη των Ελληνοκυπρίων για το Κυπριακό αλλά κυρίως για τους Τουρκοκύπριους παραμένει στάσιμη. Από το 2002 έως το 2004 παρακολουθούσαμε, σχεδόν αδιάφορα, χιλιάδες Τουρκοκύπριους να εξεγείρονται. Λίγα μέτρα δίπλα από τις μαζικές διαδηλώσεις των Τουρκοκυπρίων, η πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων συνέχιζε να απολαμβάνει τον καφέ της στις κεντρικές καφετέριες, να κοιτά με καχυποψία τα τουρκοκυπριακά αυτοκίνητα που περνούσαν στον Νότο και να επαναλαμβάνει, κουραστικά, το μότο που τόσο συχνά «παπαγαλίζουν» οι πολιτικοί από όλους τους χώρους: «Οι Τουρκοκύπριοι είναι υποχείρια της Άγκυρας. Η Τουρκία κάνει κουμάντο». Ακόμα και η Αριστερά κοίταζε αμήχανα την μεγαλειώδη εξέγερση.

Λίγα χρόνια μετά, η ιστορία επαναλαμβάνεται. Η γενική απεργία που κήρυξαν στις 28 Ιανουαρίου τα συνδικάτα, με πρώτο αυτό των εκπαιδευτικών, στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Χιλιάδες άνθρωποι ξεχύθηκαν στον δρόμο ενάντια στην οικονομική πολιτική που εφαρμόζεται στο βόρειο μέρος του νησιού, οικονομική πολιτική η οποία καθορίζεται από τις αποφάσεις της Άγκυρας. Οι Τουρκοκύπριοι απέδειξαν, για μια ακόμα φορά, ότι η προσέγγιση που τους θέλει πιόνια της Άγκυρας, απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Η αντίδραση της Άγκυρας ήταν έντονη. Ο Ερτογάν κατηγόρησε τους Τ/Κ για αγνωμοσύνη, τους χαρακτήρισε «χαραμοφάηδες» και έσπευσε να τοποθετήσει πρέσβη της Τουρκίας στον Βορρά τον Ιμπραχήμ Ακτσά, άνθρωπο ο οποίος θεωρείται κόκκινο πανί για τα συνδικάτα. Η κόντρα που έχει ξεσπάσει είναι πρωτοφανής και αναμένεται να ενταθεί στο επόμενο διάστημα, καθώς οι Τουρκοκύπριοι κλιμακώνουν τις αντιδράσεις τους, έχοντας ήδη εξαγγείλει νέα γενική απεργία για τις 2 Μαρτίου.

Από την επομένη του μεγάλου συλλαλητηρίου της 28ης Ιανουαρίου, οι Ελληνοκύπριοι προσπαθούν, για μια ακόμη φορά, να κωδικοποιήσουν τις εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στην απέναντι πλευρά. Η πλειονότητα των αναλύσεων εστιάζει στις σχέσεις υποτέλειας Τουρκοκυπρίων και Τουρκίας, υπερτονίζει τον αποφασιστικό ρόλο της Τουρκίας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και υποστηρίζει ότι ο μόνος λόγος αντίδρασης των Τουρκοκυπρίων είναι η αντίθεσή τους στο νέο οικονομικό πακέτο που εφαρμόζει η Άγκυρα. Πρόκειται δηλαδή για μια ανάλυση «win-win» καθώς όλοι εμφανίζονται δικαιωμένοι. Το μεν απορριπτικό-εθνικιστικό μπλοκ συμπεραίνει, για άλλη μια φορά, πως οι Τουρκοκύπριοι ως πολιτικά υποκείμενα έχουν μηδενική υπόσταση και ως εκ τούτου, η ελληνοκυπριακή πλευρά καλείται να συνομιλεί απευθείας με την Τουρκία. Η Αριστερά από την άλλη, τονίζει τον ασφυκτικό ρόλο της Τουρκίας και θυμώνει γιατί η «ιμπεριαλιστική Τουρκία δεν αφήνει Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους να ζήσουν μαζί». Ως εκ τούτου όλοι είναι ευχαριστημένοι καθώς έχουν βρει, ξανά, τον κοινό εχθρό τους στο πρόσωπο της Τουρκίας.

Η ονομασία του συλλαλητηρίου όμως αφήνει και άλλες ερμηνείες ανοιχτές. Η Πλατφόρμα Συνδικαλιστικών Οργανώσεων, αποτελούμενη από σχεδόν τριάντα συνδικάτα, ονόμασε το συλλαλητήριο της 28ης Ιανουαρίου «Συλλαλητήριο Κοινοτικής Ύπαρξης». Η ονομασία αυτή είναι ενδεικτική των προθέσεων αλλά και των επιδιώξεων των συνδικάτων που διοργάνωσαν το συλλαλητήριο. Μπορεί η αφορμή να δόθηκε με την αντίδραση στην οικονομική πολιτική της Τουρκίας όμως στην πραγματικότητα οι Τουρκοκύπριοι «ζητούν από την Τουρκία να σέβεται τους ίδιους και την ταυτότητά τους και απαιτούν αυτονομία»(1). Πρόκειται δηλαδή για ένα κίνημα ταυτότητας μέσα από το οποίο οι Τουρκοκύπριοι απαιτούν να ορίζουν «τα του οίκου τους» και υπενθυμίζουν την ξεχωριστή και ιδιαίτερη κοινοτική τους ταυτότητα. Το αίτημα αυτό, όμως, δεν απευθύνεται μόνο στην Τουρκία. Οι Τουρκοκύπριοι διεκδικούν πολιτική υπόσταση και αυτό δεν μπορεί παρά να απευθύνεται και στην ελληνοκυπριακή πλευρά. Παρά την μεγάλη απογοήτευση που έζησαν το 2004 με την απόρριψη του Σχεδίου Ανάν και την εσωστρέφεια που χαρακτήρισε τα επόμενα χρόνια, οι Τουρκοκύπριοι δείχνουν να αντιλαμβάνονται αυτό που οι Ελληνοκύπριοι αρνούνται πεισματικά να δουν. Ότι χωρίς άμεση λύση οι Τουρκοκύπριοι γρήγορα θα αφομοιωθούν στο τουρκικό έθνος και ως εκ τούτου, το πλαίσιο συζήτησης για πιθανή λύση θα αλλάξει άρδην. Ταυτόχρονα μια πιθανή λύση μπορεί να υφίσταται μόνο αν οι Τουρκοκύπριοι αντιμετωπιστούν ισότιμα ως κοινότητα μέσα σε ένα διζωνικό, δικοινοτικό ομοσπονδιακό κράτος. Με λίγα λόγια, οι Τουρκοκύπριοι διεκδικούν το αυτονόητο· Πολιτική ισότητα. Κάτι το οποίο έχει ήδη τυπικά συμφωνηθεί αλλά αποδεικνύεται το μεγαλύτερο αγκάθι στις προοπτικές λύσης, καθώς οι Ελληνοκύπριοι δεν έχουν καταφέρει ακόμα να κωδικοποιήσουν τι ακριβώς σημαίνει αυτή η ισότητα σε πολιτικό, πολιτειακό και οικονομικό επίπεδο. Είναι ενδεικτικό ότι στις μετρήσεις κοινής γνώμης που πραγματοποιούνται τα τελευταία χρόνια οι Ελληνοκύπριοι απαντούν αρνητικά στις προτάσεις για εναλλαγή Ελληνοκύπριου και Τουρκοκύπριου στην Προεδρεία και για σταθμισμένη ψήφο. Άλλωστε, το σύνθημα «ποτέ Τούρκος πρόεδρος στην πατρίδα μου» είναι πολύ διαδεδομένο, όχι μόνο ανάμεσα στις ακροδεξιές οργανώσεις αλλά και σε πολιτικούς φορείς που τοποθετούνται στο Κέντρο.


Όταν οι Ελληνοκύπριοι θα πάψουν να αντιμετωπίζουν τους Τουρκοκύπριους ως προέκταση της Τουρκίας και όταν η Κυπριακή Αριστερά θα αποφασίσει να συμπορευτεί μαζί τους όχι πατερναλιστικά αλλά ισότιμα σε πολιτικό επίπεδο τότε μπορούμε να ελπίζουμε σε λύση. Μέχρι τότε μπορούμε να επαναπαυθούμε στις αναλύσεις αυτοδικαίωσης και να υπενθυμίζουμε ότι «δεν ξεχνάμε».

(1) Συνέντευξη του Τουρκοκύπριου πανεπιστημιακού καθηγητή Niazi Kizilyurek στην εφημερίδα Πολίτης στις 13/2/2011.


το κείμενο δημοσιεύθηκε στο rednotebook.gr